- Σκόπας
- Όνομα ιστορικών προσώπων.
1. Έλληνας γλύπτης και αρχιτέκτονας από την Πάρο (περίπου 420-410 π.Χ. - περίπου 330 π.Χ.). Ελάχιστες είναι οι πληροφορίες για τη ζωή του: είναι γνωστό ότι κατά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. συνεργάστηκε στη διακόσμηση του μαυσωλείου της Αλικαρνασσού, εκτελώντας τα γλυπτά της ανατολικής πλευράς του, και του Αρτεμίσιου της Εφέσου, και ανοικοδόμησε το ναό της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα, που είχε καταστραφεί από πυρκαγιά. θεμελιώδη για τον καθορισμό της καλλιτεχνικής προσωπικότητας του Σ. είναι τα εναέτια γλυπτά του ναού της Αθηνάς Αλέας, που βρέθηκαν στην Τεγέα· πρόκειται κυρίως για καταστρεμμένα κεφάλια τα οποία χαρακτηρίζονται από ένα παλλόμενο αίσθημα πάθους και από μια ανήσυχη ψυχολογική ένταση, που αποδίνονται με τη βαθιά χάραξη των οφθαλμικών κογχών, με την τετραγωνική δομή του προσώπου και με το δραματικό τονισμό μερικών φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών.
Η τεχνοτροπία αυτή συναντιέται και σε άλλα γλυπτά, τα οποία θεωρούνται αντίγραφα πρωτότυπων έργων του Σ. (π.χ. ο «Μελέαγρος» του τύπου του Βατικανού). Ο «Ηρακλής», που ο Σ. είχε κατασκευάσει για τη Σικυώνα, έχει ήδη ταυτιστεί με το άγαλμα της συλλογής Λανσντάουν (Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο), που με το ρυθμό, την κίνηση και τη δομή του θυμίζει το «Μελέαγρο». Αυτή η δυναμική, πληθωρική, γεμάτη πάθος ιδιοσυγκρασία του Σ. κορυφώνεται στη «Μαινάδα» του, που εκφράζει όλη τη διονυσιακή μανία (αναγνωρίστηκε ο τύπος σε ένα αγαλμάτιο της Δρέσδης).
Γνωρίζουμε επίσης διάφορα αντίγραφα του «Πόθου», τυπικού θέματος του Σκόπα. Τα εκφραστικά προβλήματα που έθεσε ο Σκόπας θα αναπτυχτούν αργότερα στην ελληνιστική τέχνη, στην οποία το έργο του θα ασκήσει τεράστια επίδραση.
2. Αιτωλός, γιος του Σώσανδρου από τον Τριχώνιο. Έζησε τον 3o-2o αι. π.Χ. Διατέλεσε «γραμματέας» της Αιτωλικής Συμπολιτείας το 224 αι. π.Χ. και «στρατηγός» της τα χρόνια 220-219 π.Χ., 211-210 π.Χ. και 205-204 π.Χ. Επιπλέον το 221-220 π.Χ. άσκησε τη στρατηγική μαζί με το Δωρίμαχο αντί του άρρωστου Aρίστωνα. Σαν στρατηγός διακρίθηκε στις διάφορες επιχειρήσεις του Συμμαχικού πόλεμου (220-217 π.Χ.). Όσο ήταν «στρατηγός» και «νομογράφος» (205-204) κρίθηκε ύποπτος εξαιτίας ορισμένων καινοτομιών που αποπειράθηκε να εφαρμόσει στη Συμπολιτεία και αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αλεξάνδρεια. Από την Αίγυπτο τον έστειλε πίσω στην Ελλάδα ο Αγαθοκλής, με πολλά χρήματα, για να στρατολογήσει μισθοφόρους, προκειμένου να επιτεθεί εναντίον του κράτους της Συρίας. Το 201-200 π.Χ. επέστρεψε με ισχυρή στρατιωτική δύναμη και εκμεταλλευόμενος την απουσία του Αντίοχου Γ’, κυρίευσε πολλά εδάφη στην Ιουδαία. Λίγο αργότερα όμως, ο Σ. νικήθηκε από τον Αντίοχο Γ’ σε μάχη στο Πάνω (200 π.Χ.) και γύρισε στην Αλεξάνδρεια χωρίς νάχει πετύχει τους σκοπούς του. Εκεί το 197 π.Χ. θανατώθηκε από τον Αριστομένη, όταν αποκαλύφτηκε η συμμετοχή του σε κάποια συνωμοσία εναντίον του αυτοκράτορα.
Σκόπα: «Μαινάδα», γλυπτό που εκφράζει υψηλό λυρισμό. (Κρατική Συλλογή Τέχνης, Δρέσδη).
Dictionary of Greek. 2013.